Τα κόμματα δεν θέλουν να το πιστέψουν, γιατί δεν ξέρουν πώς να αντιδράσουν.
Οι δημοσιογράφοι δεν τολμούν να το σχολιάσουν, γιατί φοβούνται ότι θα επηρεάσουν «επικίνδυνα» την πολιτική συζήτηση.
Διαβάστε επίσης: Ακούει κανείς τον δρόμο;
Όμως, η πραγματικότητα είναι ότι η τραγωδία στα Τέμπη διαμόρφωσε μια νέα πολιτική συνθήκη, που ακόμη δεν γνωρίζουμε πλήρως τη δυναμική της.
Όρισε ένα πριν και ένα μετά.
Έφερε στο προσκήνιο μια κρίση νομιμοποίησης του πολιτικού συστήματος και μια κρίση εμπιστοσύνης προς τους πολιτικούς και τα κόμματα, που με υπόγειο τρόπο συσσώρευε δυναμική εδώ και πολύ καιρό.
Όμως, η τραγωδία στα Τέμπη και η αίσθηση μεγάλου μέρους της κοινωνίας ότι σε αυτή τη χώρα, με αυτά τα κόμματα και αυτές τις κυβερνήσεις, αυτόν τον κρατικό μηχανισμό και αυτή την αντίληψη για τα δημόσια έργα, τελικά «ζούμε από τύχη», άνοιξε το μεγάλο ρήγμα ώστε αυτή η δυναμική να έρθει στο προσκήνιο.
Ήταν η στιγμή που πάρα πολλοί φώναξαν «ο Βασιλιάς είναι γυμνός».
Και μετά τίποτε δεν θα μπορούσε να είναι ίδιο πια.
Και αυτό γιατί η εικόνα της «κανονικότητας» που φαινόταν να υπάρχει ήταν μάλλον παραπλανητική.
Η κοινωνική κρίση ήταν ακόμη ενεργή, ακόμη και εάν οι άνθρωποι είχαν ξεφύγει από την ακραία φτώχοποίηση των μνημονίων.
Η πραγματική εμπιστοσύνη των πολιτών στα κόμματα εξουσίας παρέμεινε σε χαμηλά επίπεδα.
Η δυσπιστία και η ανασφάλεια συνέχισαν να κυριαρχούν.
Απλώς είχαμε μπει σε μια φάση «μειωμένων προσδοκιών» και αυτό έδινε μια πλασματική εικόνα «συναίνεσης».
Βοηθούσε σε αυτό και το βάρος των διαψεύσεων της προηγούμενης δεκαετίας.
Όμως, τώρα τα πράγματα είναι διαφορετικά.
Μεγάλο μέρος της κοινωνίας είναι θυμωμένο. Θέλει να αντιδράσει. Θέλει να κατέβει στο δρόμο. Θέλει κάπως να δείξει ότι «δεν πάει άλλο».
Μικρή σημασία έχει εάν δεν μπορεί να αρθρώσει με σαφήνεια τι τον κάνει να πει «δεν πάει άλλο».
Σημασία έχει ότι το νιώθει.
Και αυτό σημαίνει ότι πρέπει να είμαστε έτοιμοι για εκπλήξεις σε αυτές τις εκλογές.
Ότι μπορεί να ξαναζήσουμε ανατροπές ανάλογες με αυτές των εκλογών του Μαΐου 2012.
Αποτελέσματα που θα παραπέμπουν σε ένα νέο τοπίο, αχαρτογράφητο προς το παρόν.
Μετακινήσεις που δεν τις φανταζόμαστε.
Συσχετισμούς που δεν φάνταζαν εφικτοί.
Και εάν κάτι πρέπει να κάνουν οι πολιτικές δυνάμεις, είναι ακριβώς να σκεφτούν εάν έχουν να πουν και να προτείνουν όντως κάτι που να αναλογεί σε ένα νέο τοπίο και μια κοινωνία πιο δύσπιστη – απέναντί τους – παρά ποτέ.