Οι διαμαρτυρίες που καταγράφονται μπορεί να μην είναι πλειοψηφικές, όμως επικοινωνούν με διαθέσεις της κοινωνίας
Οι καλλιτέχνες είναι μάλλον μικρό τμήμα της ελληνικής κοινωνίας και οι διαμαρτυρίες τους, όση ένταση και να έχουν δύσκολα μπορούν να συγκριθούν με αυτές μεγάλων «κλάδων» ή κοινωνικών ομάδων.
Ακόμη μικρότερο κομμάτι είναι π.χ. οι αρχαιολόγοι που διαμαρτύρονται για την αλλαγή καθεστώτος σε πέντε μεγάλα μουσεία.
Διαβάστε επίσης: Κορυδαλλός: Ηλικιωμένοι κλειδωμένοι και εγκαταλελειμμένοι σε γηροκομείο
Αυτό, φαινομενικά, μπορεί να εξηγήσει γιατί μια κυβέρνηση μπορεί να κρατήσει αδιάλλακτη στάση απέναντί τους.
Ιδίως όταν αισθάνεται ότι προεκλογικά θα κάνει κάποιες παροχές προς το δικό της ακροατήριο.
Όμως, φοβάμαι ότι αυτή είναι μια ανάγνωση που μπορεί να αποδειχτεί εσφαλμένη.
Η απήχηση μιας διαμαρτυρίας δεν έχει να κάνει μόνο – και σε ορισμένες περιπτώσεις ούτε καν κυρίως – με το μέγεθος της ομάδας που διαμαρτύρεται.
Συχνά έχει να κάνει με το εάν και πόσο επικοινωνεί με ευρύτερα κομμάτια της κοινωνίας.
Κομμάτια που μπορεί να μην έχουν την ίδια δυνατότητα να διαμαρτυρηθούν, αλλά συγκινούνται και αισθάνονται ότι μια διαμαρτυρία με έναν τρόπο συμπίπτει και με δικές τους αγωνίες.
Πάρτε την κινητοποίηση των καλλιτεχνών, που δεν αφορά στενά το ποιο θα είναι το τυπικό καθεστώς των τίτλων σπουδών που παίρνουν, αλλά το εάν αναγνωρίζεται ή απαξιώνεται η δουλειά και το έργο τους.
Είναι μια κινητοποίηση που μπορεί να επικοινωνήσει με την αγωνία που αισθάνεται ένας μεγάλος αριθμός νέων εργαζομένων, υψηλών προσόντων οι περισσότεροι, που νιώθουν ότι ακόμη και τώρα που βρίσκουν δουλειά παραμένουν τα «παιδιά της κρίσης» που πρέπει να παλέψουν την επισφάλεια ή την αίσθηση ότι δεν τους αναγνωρίζουν.
Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και επιμέρους ή αποσπασματικές διαμαρτυρίες αποτυπώνουν συνολικότερες τάσεις.
Άλλωστε, αυτό φάνηκε και στην προηγούμενη γενική απεργία που δεν ήταν καθόλου άμαζη, αλλά και σε άλλες κινητοποιήσεις.
Στην πραγματικότητα, ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας είναι δυσαρεστημένο.
Αγωνιά για την αύξηση του κόστους ζωής.
Ανησυχεί για την κλιματική αλλαγή.
Αισθάνεται ότι αγαθά που θεωρούσε δεδομένα εμπορευματοποιούνται με τρόπους που τα κάνουν τελικά απλησίαστα.
Μπορεί αυτή η δυσαρέσκεια να μην εκφράζεται ενοποιημένα, γιατί λείπει η αφορμή (δείτε πώς αντίθετα στη Γαλλία το συνταξιοδοτικό λειτουργεί ακριβώς ως «σημείο συνάντησης») αλλά και γιατί περνούν κρίση οι μορφές συλλογικής έκφρασής της, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι ενεργή.
Και τέτοιες «υπόγειες» δυναμικές είναι συχνά ο βασικός λόγος και πολιτικών εκπλήξεων.