Να αναμετρηθούμε πραγματικά με την οπαδική βία
«Μη με χτυπάτε άλλο…». Αυτό είπε ο 19χρονος Άλκης Καμπανός λίγο πριν ξεψυχήσει, χτυπημένος και μαχαιρωμένος από μια ομάδα νεαρών σε ένα από τα χειρότερα περιστατικά οπαδικής βίας στη χώρα μας.
Το δικαστήριο της Θεσσαλονίκης καλείται να αποδώσει δικαιοσύνη. Δικαιοσύνη για τον Άλκη, αλλά και κατ’ επέκταση για όλα τα θύματα οπαδικής βίας.
Μόνο που πρέπει να συζητήσουμε τι θα πει δικαιοσύνη.
Δικαιοσύνη δεν θα πει απλώς τιμωρηθούν οι αυτουργοί, νέοι άνθρωποι επίσης, εγκλωβισμένοι στην αιματηρή και βάναυση λογική της οπαδικής βίας.
Δικαιοσύνη θα πει να αναμετρηθούμε πραγματικά με την οπαδική βία και τους μηχανισμούς που τη γεννούν, την τροφοδοτούν και τελικά τη διαιωνίζουν.
Και δεν μιλάω μόνο για τα κοινωνικά αίτια που σπρώχνουν τους νέους σε μια ταύτιση με την ομάδα που κάποιες φορές βιώνεται ως αβυσσαλέο μίσος για τους οπαδούς της αντίπαλης ομάδας.
Μιλώ για το πώς η οπαδική βία τροφοδοτείται και από τον τρόπο που συχνά διοικήσεις ομάδων αντιλαμβάνονται τον ρόλο τους.
Διοικήσεις που βολεύονται να έχουν οπαδικούς στρατούς που αποτυπώνουν την ιδιαίτερη «ισχύ» της ομάδας και την επιρροή της σε όλα τα επίπεδα.
Διοικήσεις που φροντίζουν πάντα να έχουν ανθρώπους που λειτουργούν ως «ιμάντες μεταβίβασης» με τους «οργανωμένους οπαδούς», ανθρώπους που όταν χρειαστεί θα συντονίσουν και επιθέσεις.
Διοικήσεις που δεν έχουν πρόβλημα να γνωρίζουν ότι εντός του «οπαδικού κινήματος» της ομάδας υπάρχουν και βίαιες παραβατικές συμπεριφορές γιατί θεωρούν ότι μπορούν ακόμη και να τις αξιοποιήσουν.
Η διάσταση αυτή παρότι πανθομολογούμενη και τμήμα του τρόπου που η κοινή γνώμη προσλαμβάνει το ελληνικό ποδόσφαιρο, ουδέποτε διερευνάται στην κλίμακα που της αναλογεί.
Ακόμη και όταν έρχεται στο προσκήνιο πάντα υπάρχουν μηχανισμοί, «νομικές άμυνες» και πρακτικές διαχείρισης της δημοσιότητας που εξασφαλίζουν την ασυλία των διοικήσεων.
Μόνο που έτσι δεν μπορεί να μπει τέλος στο φαύλο κύκλο της οπαδικής βίας.
Με το φόβο απλώς να διανύουμε τον χρόνο αναμονής μέχρι το επόμενο θύμα της.