Η περίπτωση της Βρετανίας δείχνει πώς διαμορφώθηκε μια γενιά πολιτικών έτοιμη να πιστέψει το αφήγημά της μέχρι την καταστροφή
Η περίπτωση της Λιζ Τρας θα πρέπει να διδάσκεται στο μέλλον στα τμήματα Πολιτικής Επιστήμης.
Και αυτό όχι γιατί κατάφερε να σπάσει πολλά ρεκόρ με την σύντομη διάρκειά της στην πρωθυπουργία.
Αλλά γιατί δείχνει πώς έχει διαμορφωθεί μια γενιά πολιτικών που βλέπει τα πάντα μέσα από τη πλευρά της επικοινωνίας και αδιαφορεί για τη σκληρή δουλειά μιας διακυβέρνησης που ξεκινά από την επίγνωση της πραγματικότητας.
Η Λιζ Τρας ήταν φιλόδοξη.
Και ήξερε ότι για να κατοχυρώσει τη θέση της σε ένα κόμμα που έχει ανάγει σε τέχνη το… πριόνισμα της καρέκλας του εκάστοτε ηγέτη, έπρεπε να «αφήσει το αποτύπωμά» της, μια πολιτική που να ταυτιστεί μαζί της και να αλλάξει τα πράγματα.
Μόνο που ξέχασε μια μικρή λεπτομέρεια: ότι αυτή η πολιτική πρέπει να μην ακούγεται μόνο καλή, αλλά και να πατάει στην πραγματικότητα.
Διαφορετικά είναι μια συνταγή για την καταστροφή.
Και αυτό ακριβώς ήταν η πολιτική της: είχε τη φαεινή ιδέα ότι μπορούσε ταυτόχρονα να μειώσει τους φόρους και να αυξήσει τις δαπάνες για την ενεργειακή κρίση.
Μόνο που αυτό θα σήμαινε μεγάλο δανεισμό, θα ανατίναζε τη βρετανική αγορά ομολόγων και θα υπονόμευε τη λίρα.
Έτσι και η Λιζ Τρας αναγκάστηκε να αλλάξει πορεία, να παραιτήσει τον υπουργό Οικονομικών και τελικά να εγκαταλείψει την πρωθυπουργία.
Ας μην κάνουμε το λάθος να πούμε ότι αυτό αφορά μόνο τη Βρετανία.
Αν κοιτάξουμε στην Ευρώπη, μπορούμε να δούμε ουκ ολίγους πολιτικούς που περιφέρουν μια φαεινή ιδέα ως «πολιτικό αφήγημα» για να ανεβάσουν τις πολιτικές μετοχές τους.
Στη δε χώρα μας αρκεί να θυμηθούμε διάφορες στιγμές της περασμένης δεκαετίας.
Τότε που διάφοροι ήταν έτοιμοι να πουν ότι είχαν έτοιμη τη «μαγική λύση» για να σταματήσει η κρίση και η κοινωνική καταστροφή.
Από αυτούς που πίστευαν ότι το 2014 πηγαίναμε για έξοδο από τα Μνημόνια, μέχρι αυτούς που πίστευαν ότι μπορούσαν να τα καταργήσουν με έναν νόμο και ένα άρθρο.
Δεν υποστηρίζω ότι η πολιτική πρέπει να μην έχει οράματα, ιδέες, μεγάλα αφηγήματα.
Όμως, αυτά πρέπει να πατάνε στην πραγματικότητα.
Να έχουν από πίσω γνώση και μελέτη.
Να είναι επεξεργασμένα σχέδια και όχι συνθήματα.
Διαφορετικά, θα βλέπουμε όπως και στην περίπτωση της Βρετανίας, την ιστορία να επαναλαμβάνεται πότε σαν τραγωδία, πότε σαν φάρσα και κάποιες στιγμές σαν μέτριο ανέκδοτο.