Η Τουρκία εργαλειοποιεί κατά καιρούς τις ροές προσφύγων και μεταναστών προς την Ελλάδα. Η απάντηση δεν μπορεί να είναι η παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων
Εδώ και καιρό η Τουρκία έχει εργαλειοποιήσει το ζήτημα του μεταναστευτικού και του προσφυγικού.
Δηλαδή, το χρησιμοποιεί ως έναν μηχανισμό εκβιασμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης – με εργαλείο την τήρηση ή όχι της «Κοινής Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας του 2016» –, αλλά και ως μοχλό πίεσης στην Ελλάδα, κυρίως με το να «επιτρέπει» κατά καιρούς μεγάλες μαζικές μετακινήσεις προσφύγων προς την Ελλάδα.
Αυτή είναι μια πολιτική που στην πραγματικότητα δεν σέβεται τις ανάγκες και τα δικαιώματα των προσφύγων και τους αντιμετωπίζει ως «πιόνια» σε γεωπολιτικές επιδιώξεις, την ώρα που θέλει να εμφανίζεται ρητορικά ως δήθεν «προστάτης» τους.
Ως τέτοια είναι μια πολιτική που πρέπει να στηλιτευθεί και να καταγγελθεί. Δεν μπορούν να παίζονται παιχνίδια στις πλάτες ανθρώπων κυνηγημένων.
Την ίδια στιγμή είναι σαφές ότι γύρω από το προσφυγικό έχει αναπτυχθεί ένα πραγματικό δουλεμπόριο. Δηλαδή υπάρχουν όλοι αυτοί που θησαυρίζουν από την ανάγκη των ανθρώπων ως διακινητές.
Που αφού εισπράξουν τα μεγάλα ποσά που χρεώνουν στους πρόσφυγες ή τους μετανάστες τους βάζουν σε μια βάρκα ή σε ένα κότερο έτοιμο να βυθιστεί, την ώρα που ξέρουν ότι η επίσημη όχι μόνο Ελληνική αλλά και Ευρωπαϊκή θέση είναι ότι θα αποτρέπονται οι αφίξεις μεταναστών και προσφύγων.
Όμως, όλα αυτά δεν μπορούν να σημαίνουν ότι στην εργαλειοποίηση και τον κυνισμό θα απαντήσουμε με βία και παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Και για αυτό είναι σημαντικό να διαλευκανθεί πλήρως τι ακριβώς γίνεται με τις επαναπροωθήσεις προσφύγων και εάν έχουν υπάρξει παράνομες και βάναυσες πρακτικές.
Προφανώς και υπάρχει «τουρκική προπαγάνδα», αλλά δεν είναι και όλα «προπαγάνδα». Ιδίως όταν υπάρχουν και εκθέσεις ευρωπαϊκών οργανισμών που δείχνουν ότι έχουν υπάρξει προβληματικές πρακτικές.
Εάν αποδειχτεί ότι υπήρξαν ή υπάρχουν παράνομες πρακτικές, αυτές θα πρέπει να σταματήσουν. Η αντιμετώπιση των διακινητών δεν μπορεί να γίνεται σε βάρος των δικαιωμάτων των προσφύγων.
Σε τελική ανάλυση οφείλουμε να καταλάβουμε ότι η χώρα μας μόνο κερδισμένη θα βγει υπερασπιζόμενη τα ανθρώπινα δικαιώματα των προσφύγων.
Γιατί αυτό θα αποδείκνυε ότι τα ελληνοτουρκικά δεν είναι ένας «καυγάς» όπου «φταίνε και οι δύο», αλλά μια σύγκρουση ανάμεσα σε μια αντίληψη που υπερασπίζεται το διεθνές δίκαιο και κυνικές προβολές ισχύος.