Είναι σημαντικό ότι πλέον καταγγέλλονται οι περιπτώσεις κακοποίησης. Όμως, πρέπει να αναλογιστούμε και γιατί υπήρχε τόσο μεγάλη συγκάλυψη
Έχει γραφτεί κατ’ επανάληψη. Είναι σημαντικό ότι μέσα από αυτό που συνηθίσαμε να ονομάζουμε ελληνικό κίνημα #MeToo γίνεται ένα μεγάλο βήμα για να αναμετρηθούμε με το πρόβλημα της κακοποίησης σε όλες τις μορφές της.
Τα στόματα ανοίγουν, ο φόβος κάνει στην άκρη, αυτιά ανοιχτά και θεσμοί έτοιμοι να υποδεχτούν τις καταγγελίες υπάρχουν.
Όμως, χρειάζεται κάποια στιγμή να αναρωτηθούμε γιατί μέχρι τώρα υπήρχε τέτοια σιωπή γύρω από αυτά τα θέματα.
Προφανώς ρόλο έπαιξε ότι η κοινωνία σε προηγούμενες εποχές ήταν πολύ πιο σεξιστική και ανεκτική σε τέτοιες πρακτικές. Αυτό έκανε και το φόβο μεγαλύτερο καις σφάλιζε τα στόματα των θυμάτων.
Βοηθούσαν δυστυχώς και κακές νοοτροπίες που θεωρούσαν ότι ήταν πιο αρνητικός ο «θόρυβος» γύρω από ένα περιστατικό, παρά η ίδια η κακοποίηση, η βία, η προσβολή της αξιοπρέπειας του άλλου.
Προβλήματα υπήρχαν και με το θεσμικό πλαίσιο και κυρίως με την ικανότητα των αρμόδιων θεσμών, από τους φορείς της εκπαίδευσης μέχρι τις διωκτικές αρχές, να υποδεχτούν τέτοιες καταγγελίες με τρόπο που να μη σημαίνει τελικά εκ νέου θυματοποίηση των ίδιων των θυμάτων.
Όμως, εάν μείνουμε σε όλα αυτά χάνουμε και μια σημαντική διάσταση σε όσα συζητάμε όλες αυτές τις μέρες: την ύπαρξη πολλαπλών μηχανισμών συγκάλυψης.
Γιατί για αρκετά από τα περιστατικά και τις συμπεριφορές που συζητάμε αυτές τις μέρες, αλλά και για όσα μπορεί να έρθουν στο προσκήνιο στο μέλλον, αλλά και κάποια που μπορεί να μην φτάσουν στη δημοσιότητα, πολλοί ήταν αυτοί που γνώριζαν. Γνώριζαν για περιστατικά, είχαν φτάσει στα αυτιά τους καταγγελίες, ήξεραν τα θύματα. Και είχαν θέσεις ευθύνης που θα τους επέτρεπαν να παρέμβουν. Για να εξασφαλίσουν ότι σε σχολεία, πανεπιστήμια, καλλιτεχνικούς οργανισμούς κ.λπ. δεν θα είχαν θέση οι κακοποιητές.
Μόνο που δεν έκαναν τίποτα. Ή, ακόμη χειρότερα, προσπάθησαν να συγκαλύψουν την υπόθεση.
Διάφοροι λόγοι μπορεί να συνετέλεσαν σε μια τέτοια επιλογή. Μπορεί να ήταν ότι – κάκιστα!– θεωρούσαν ότι σε ανθρώπους με «ταλέντο» κάποια πράγματα πρέπει «να συγχωρούνται». Μπορεί να ήταν ότι ήθελαν να κρύψουν τη δική τους ευθύνη. Μπορεί να ήταν ότι ο θύτης επικαλούνταν τη φιλία, την κοινή διαδρομή, την κοινή κομματική τοποθέτηση.
Όμως, το αποτέλεσμα ήταν ολέθριο. Γιατί όσο οι θύτες αισθάνονταν ατιμωρησία και πέπλο ασυλίας απλώς συνέχιζαν ακόμη περισσότερο την κακοποιητική δράση τους.
Γιατί τα θύματα καταλάβαιναν ότι υπάρχει μηχανισμός συγκάλυψης και σιωπούσαν ακόμη περισσότερο.
Γιατί χωρίς επώνυμες καταγγελίες οι αρμόδιες διωκτικές αρχές θεωρούσαν ότι όλα «βαίνουν καλώς».
Γιατί η κοινωνία εθιζόταν στο ότι σε συγκεκριμένους χώρους ορισμένες συμπεριφορές είναι «αναπόφευκτες» και το πρόβλημα (μαζί και το τραύμα) διαιωνιζόταν.
Τώρα τα πράγματα είναι διαφορετικά. Όμως, για να πιάσει τόπο το θάρρος των θυμάτων χρειάζεται να σπάσει και το απόστημα της συγκάλυψης, των μηχανισμών και των νοοτροπιών που οδηγούν σε αυτή.
Και εκεί έχουμε πολλή δουλειά να κάνουμε ακόμη.