Την ώρα που αποκαλύπτονται ολοένα και περισσότερες πτυχές της υπόθεσης Novartis, καθιστώντας επιτακτική την σε βάθος διερεύνησή της, αυτοί που εμπλέκονται σε αυτήν επιδίδονται στο σπορ του πετάγματος της μπάλας στην εξέδρα.
H υπόθεση Novartis είναι πάρα πολύ σοβαρή. Πρώτα και κύρια γιατί αφορά ένα πολύ σημαντικό μέρος της δημόσιας δαπάνης και μάλιστα αυτής που αφορά την περίθαλψη και την υγεία των πολιτών. Θυμίζω ότι ένας από τους λόγους που μπήκαμε στην επιτροπεία των Μνημονίων ήταν επειδή στη χώρα είχαμε μια ανεξέλεγκτη φαρμακευτική δαπάνη.
Το σκάνδαλο της Novartis είναι παγκόσμιο και δεν αφορά τα όσα έγιναν στην Ελλάδα. Δεν αφορά μόνο τη συγκεκριμένη εταιρεία-κολοσσό αλλά συνολικά τις μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες, αυτό που συνηθίσαμε να ονομάζουμε Big Pharma. Γιατί έχει αποδειχτεί ότι αυτές οι εταιρίες έκαναν ό,τι μπορούσαν για να πωλούν ακριβά και σε μεγάλες ποσότητες σε βάρος των δημόσιων συστημάτων υγείας.
Το σκάνδαλο της Novartis είναι πραγματικό και στην ελληνική του διάσταση. Αρχικά γιατί προ κρίσης η ελληνική αγορά φαρμάκων ήταν ένα ξέφραγο αμπέλι για να θησαυρίζουν σε βάρος τελικά των φορολογουμένων οι φαρμακοβιομηχανίες, μέσα από την συνειδητή ενίσχυση της πολυφαρμακίας, της χορήγησης ακριβότερων φαρμάκων ακόμη και εάν δεν ήταν απαραίτητα, της υπερκοστολόγησής τους. Έπειτα, όταν ξέσπασε η κρίση επειδή είχε σημασία για τις φαρμακοβιομηχανίες να είναι ανάμεσα σε αυτές που θα έπαιρναν χρεωστούμενα έγκαιρα. Και τέλος, επειδή Ελλάδα ως χώρα που εισάγει φάρμακα είναι ένας κρίσιμος κόμβος στον μηχανισμό που ρυθμίζει τις τιμές των φαρμάκων σε πανευρωπαϊκή κλίμακα. Για όλους αυτούς τους λόγους η εταιρεία είχε πραγματικά «κίνητρα» για αθέμιτες πρακτικές. Κοντολογίς η εταιρία είχε κίνητρο να λαδώνει και γιατρούς για να συνταγογραφούν αβέρτα τα δικά της φάρμακα αλλά και κρατικούς αξιωματούχους και πολιτικούς για να την ευνοούν στις αποφάσεις που έπαιρναν είτε για την τιμολόγηση, είτε για την προμήθεια εμβολίων, είτε για την καταβολή χρεωστούμενων.
Κοντολογίς η υπόθεση δεν είναι fake news. Όπως δεν είναι fake news και στις άλλες χώρες όπου έχουν γίνει σχετικές έρευνες. Είναι ένα πραγματικό σκάνδαλο που χρειάζεται διερεύνηση.
Για την ελληνική διάσταση αυτό που έχουμε είναι καταθέσεις προστατευόμενων μαρτύρων. Εδώ να ξεκαθαρίσουμε κάτι: το ότι προστατεύονται υπό καθεστώς ανωνυμίας δεν σημαίνει ότι δεν είναι κανονικοί μάρτυρες που δίνουν την κατάθεσή τους η οποία θα κριθεί στην προανακριτική διαδικασία αλλά και στο ακροατήριο εάν χρειαστεί. Δεν είναι ούτε «κουκουλοφόροι» ούτε ανώνυμοι καταδότες, είναι άνθρωποι που ξέρουν πρόσωπα και πράγματα και αποφασίζουν να καταθέσουν υπό καθεστώς προστασίας ακριβώς επειδή κινδυνεύουν σε αντίθετη περίπτωση. Οι καταθέσεις τους μπορεί να αποδειχτούν αναξιόπιστες ή να μην μπορέσουν να επιβεβαιωθούν από τα στοιχεία, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι εξαρχής άνευ ουσίας. Είναι εξίσου αξιόπιστες και αναξιόπιστες με όλες τις αρχικές καταθέσεις για μια σημαντική ποινική υπόθεση.
Και εάν κανείς διαβάσει αυτές τις καταθέσεις, ακόμη και υπό το φίλτρο ότι οι άνθρωποι που τις δίνουν είναι πιθανώς άνθρωποι μέσα από την εταιρεία που επιθυμούν να κατοχυρώσουν και ασυλία για τη δική τους εμπλοκή σε όλα αυτά, θα διαπιστώσει ότι το αφήγημα που προκύπτει δεν είναι εντελώς παράλογο στην αφετηρία. Με αυτό δεν θέλω να προδικάσω την ενοχή κανενός. Απλώς σημειώνω ότι στην περίοδο που συζητάμε η εταιρία είχε πραγματικό συμφέρον να έχει ειδική πολιτική μεταχείριση, φιλόδοξα στελέχη και πόρους για να τους χρησιμοποιήσει κατά το δοκούν.
Απέναντι σε όλα αυτά τι έχουμε από όσους αναφέρονται μέσα στις καταθέσεις; Επί της ουσία καμιά ουσιαστική τοποθέτηση, αλλά ένα διαρκές πέταγμα της μπάλας στην εξέδρα.
Καταρχάς έχουμε την κατηγορία ότι όλα αυτά τα κάνει η κυβέρνηση για να αλλάξει την ατζέντα. Χαίρω πολύ! Προφανώς και αυτό κάνει η κυβέρνηση, ιδίως μετά τον τρόπο που τα συλλαλητήρια πήγαν να διαμορφώσουν μια πιο πιεστική ατμόσφαιρα. Αλλά αυτό δεν αναιρεί την ουσία, που είναι ότι χρειαζόμαστε απαντήσεις για την υπόθεση Novartis.
Υπήρξαν απαράδεκτες έως και βλακώδεις δηλώσεις στελεχών της κυβέρνησης που έδειχναν άγνοια θεσμικών διαδικασιών και διακριτών ρόλων; Αναμφίβολα, από τη δήλωση Κοντονή ότι όλα γίνονται βάσει εντολών του πρωθυπουργού (ενώ στην πραγματικότητα επρόκειτο για ρητά προσδιορισμένη από το νόμο διαδικασία αποστολής δικογραφίας για πολιτικά πρόσωπα στη Βουλή) μέχρι όσα είπε ο Πολάκης για το εάν ήξερε τους μάρτυρες, τα παραδείγματα είναι αρκετά. Όμως ούτε αυτό αναιρεί την ουσία.
Βγαίνει ο Σαλμάς και λέει ««Σας λέω ένα πράγμα οι μάρτυρες αυτοί που κατέθεσαν εδώ –ας τους άλλαξαν ταυτότητα- θα βρεθούν και θα τιμωρηθούν. Είναι μικρή η Ελλάδα.». Μην καταλαβαίνοντας ότι όταν αναφέρεσαι σε προστατευόμενους μάρτυρες καλό είναι να μην μιλάς σαν τον Ντον Κορλεόνε στον Νονό, αλλά να εξηγήσεις εάν έχεις εμπλοκή ή όχι.
Βγαίνει ο Βενιζέλος, χρόνια κοινοβουλευτικός, που έχει υπερψηφίσει τους νόμους για τους προστατευόμενους μάρτυρες, καθηγητής της Νομικής Θεσσαλονίκης (αν το θυμάται πια…) και λέγει για «ανώνυμους κουκουλοφόρους» παραβλέποντας ότι όλη η διεθνής πρακτική αναφέρεται στην προστασία και των μαρτύρων που στρέφονται κατά μεγάλων επιχειρήσεων. Επιπλέον, παρασυρόμενος από τη ρητορική του οργή έκανε και αναφορά στα πάμπερς της υπόθεσης Κοσκωτά για να δείξει ότι πρόκειται περί «σκευωρίας», παραβλέποντας βέβαια ότι μπορεί να μην υπήρξαν τα πάμπερς αλλά σκάνδαλο Κοσκωτά και με χρηματισμούς όντως υπήρξε.
Ο Άδωνης Γεωργιάδης περιφέρεται ανάμεσα στην εξεταστική για το σκάνδαλο του ΚΕΕΛΠΝΟ, τα τηλεοπτικά παράθυρα και το σπίτι του που το ανοίγει στις τηλεοπτικές κάμερες για να πείσει ότι δεν πήρε χρήματα για να το… ανακαινίσει (λες και οι μίζες δίνονται με βάση τεχνικό δελτίο) και δεν απαντά, ούτε αυτός, επί της ουσίας για το τι ακριβώς έγινε με την ειδική μεταχείριση της Novartis επί της δική του υπουργία.
Όσο για τον πάντα ατσαλάκωτο Δημήτρη Αβραμόπουλο, δεν έχουμε κάποιο λόγο να αρνηθούμε προκαταβολικά την αθωότητά του, αλλά μήπως κάποια στιγμή να δοθούν εξηγήσεις π.χ. ως προς το γιατί επί υπουργίας του αγοράσαμε προς τέρψη της Novartis υπερπολλαπλάσια εμβόλια από όσα είχαμε ανάγκη;
Κοντολογίς, καλές οι φωνές, οι καταγγελίες, οι διαμαρτυρίες αλλά χρειαζόμαστε απαντήσεις και εξηγήσεις. Γιατί αυτή η υπόθεση δεν μπορεί να μείνει απλώς στη μικροκομματική εκμετάλλευση αλλά πρέπει να διαλευκανθεί, όχι τόσο για να «τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι», όσο για να εξασφαλίσουμε ότι ο χώρος της υγείας θα σταματήσει να είναι ο πανηγύρι των φαρμακοβιομηχανιών. Σε βάρος όλων μας.