Από το 1998 και το 2-4 από τον Ολυμπιακό, στο 2008 και το 4-0 πάλι από τους ερυθρόλευκους στο 4-0 της Τούμπας. Δυο δεκαετίες, τέσσερα κομβικά αποτελέσματα και οι συνταρακτικές αλλαγές που επέφεραν και επιφέρουν στο Τριφύλλι.
Υπάρχουν ήττες και ήττες. Κάθε μια γράφεται στα κιτάπια της ποδοσφαιρικής ιστορίας ανάλογα με τη βαρύτητα της «στιγμής», την ιστορική συγκυρία, τις επιπτώσεις. Ετσι αναμένεται να γίνει και με την κυριακάτικη συντριβή του Παναθηναϊκού στη Θεσσαλονίκη. Ηταν η δεύτερη ήττα με 4-0 του Τριφυλλιού από τον ΠΑΟΚ στις τρεις τελευταίες επισκέψεις του στο γήπεδο της Τούμπας. Κι όμως, άλλη βαρύτητα είχε το 4-0 του… Κύζα στον ημιτελικό του Κυπέλλου και άλλη η χθεσινή. Κι ας διαμόρφωσαν διαφορετικά την ιστορία οι δύο ήττες, καθώς η μία έκρινε μια πρόκριση και ένα τρόπαιο και η άλλη απλά τρεις βαθμούς στο πρωτάθλημα. Ενα πρωτάθλημα μάλιστα, όπου ο Παναθηναϊκός έχει ρόλο κομπάρσου σχεδόν εξ αρχής.
Πριν από δύο δεκαετίες, η «αυτοκρατορία» του Γιώργου Βαρδινογιάννη δεχόταν ένα ηχηρό πλήγμα, όταν – και πάλι αρχές Δεκεμβρίου – ο Ολυμπιακός ανέτρεψε το σκορ και έφυγε νικητής απ’ το ΟΑΚΑ με 2-4. Εκείνη η «τεσσάρα» ήταν κομβική. Μπορεί να ακολούθησε άλλη μια χρονιά, όπου ο «καπετάνιος» έπαιξε τα… ρέστα του διεκδικώντας ως το τέλος το πρωτάθλημα, αλλά η ιστορία είχε γραφτεί.
Η πρώτη κομβική «τεσσάρα», που άλλαξε την ιστορία του Παναθηναϊκού, ήταν τα τέσσερα συνεχόμενα πρωταθλήματα του Κόκκαλη, που οδήγησαν την οικογένεια Βαρδινογιάννη να «αποσύρει» τον Γιώργο Βαρδινογιάννη απ’ την ιδιοκτησία της πράσινης ΠΑΕ και να φέρει τον Τζίγγερ στο προσκήνιο.
Η επόμενη ζαριά είχε θετικό πρόσημο, αν και τελικά αποδείχθηκε κι αυτή… ασσόδυο! Εξηγούμαστε. Η πρώτη τριετία είχε τον Παναθηναϊκό μεγάλο πρωταγωνιστή της χώρας στην Ευρώπη με μεγάλες νίκες και πορεία ως τα προημιτελικά του Κυπέλλου UEFA αλλά και του Champions League, αλλά σημαδεύτηκε απ’ την επεισοδιακή ήττα (3-0) στη Ριζούπολη – ακόμη μνημονεύεται για τα όσα έγιναν πριν και μετά – και την απώλεια του εγχώριου τίτλου του 2003. Την επόμενη χρονιά ο Παναθηναϊκός έκανε το νταμπλ, αλλά άρχισε ήδη το «ξήλωμα» της ομάδας που αποτελούσε και βάση της εθνικής που κατέκτησε το Euro 2004.
Ετσι ο Παναθηναϊκός μπήκε σε μια φθίνουσα πορεία, χάνοντας και το αποκούμπι της Ευρώπης. Και έτσι φτάσαμε στον Ιανουάριο του 2008 και στην «τεσσάρα» απ’ τον Ολυμπιακό στο Κύπελλο. Ενα αποτέλεσμα που έφερε τον Ανδρέα Βγενόπουλο, τον Νίκο Πατέρα και την ΠΕΚ στο προσκήνιο και λίγους μήνες αργότερα οδήγησε στην αλλαγή σελίδας στην ΠΑΕ Παναθηναϊκός.
Τι γεύση άφησε η νέα «τετραετία»; Μάλλον πικρή, παρά το ενθουσιώδες ξεκίνημα, την επιστροφή του Panathinaikos στις ευρωπαϊκές διακρίσεις και τις μεγάλες νίκες, παρά το νταμπλ του 2010. Και αυτό γιατί ακολούθησε η απόλυτη διάσπαση και η συνταγή διάλυσης με την σταδιακή αποχώρηση όλων των μετόχων. Ο Γιάννης Βαρδινογιάννης «εφηύρε» το παρκάρισμα των μετοχών κι ενώ προηγουμένως είχαν γίνει ακριβές αλλά ανούσιες μεταγραφές, το χρέος γιγαντωνόταν και ήρθε η ώρα του Γιάννη Αλαφούζου.
Και από την άνοιξη του 2012 και την έλευση του Αλαφούζου φτάνουμε στον χειμώνα του 2017-18. Τα πρόσφατα… ντόρτια απ’ τον ΠΑΟΚ ταρακουνούν συθέμελα το καράβι που κάποτε έμοιαζε με υπερωκεάνιο, αλλά πλέον κατήντησε καρυδότσουφλο. Στο κάδρο βρίσκεται εδώ και καιρό ο Αλαφούζος, που ακολούθησε την πρακτική του Τζίγγερ. Προτού παρκάρει τις μετοχές του, φρόντισε να γιγαντώσει την οικονομική τρύπα κάνοντας μεταγραφές που όπως αποδεικνύεται δεν είχε καμία διάθεση να πληρώσει! Το αν υπάρχουν ποινές και διαδικασίες ελέγχου για τέτοιες εγκληματικές πράξεις κακοδιαχείρισης, δεν είμαστε εμείς αυτοί που θα το κρίνουμε. Αυτό που κρίνουμε είναι το συνολικό αποτέλεσμα των πράξεων που έφεραν τον Παναθηναϊκό σε ακόμη μια κομβική στάση της ιστορίας του.
Ποια θα είναι η επόμενη ζαριά; Θα μπορούσε να μας την τραγουδά ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης σε στίχους Κώστα Βίρβου.
Η μια ζαριά χειρότερη απ’ την άλλη,
από τ’ ασσόδυο στα ντόρτια στις διπλές.
Κι έχω μια μαύρη σκέψη στο κεφάλι
από τις πίκρες μου κι από τις συμφορές.
Η μια ζαριά χειρότερη απ’ την άλλη
και μια καλή πότε θα φέρω πάλι;
Χρυσάφι πιάνω και θα γίνει στάχτη,
μέρα για μένα δεν ξημέρωσε καλή.
Κι εσύ, γλυκιά, μου λες και το ’χεις άχτι,
μου δίνεις τώρα τη χαριστική βολή.
Η μια ζαριά χειρότερη απ’ την άλλη
και μια καλή πότε θα φέρω πάλι;