Πόσους διαιτητές, νέους ή παλαιότερους, έχει εκπαιδεύσει μέχρι σήμερα ο κ, Βαρούχας στην πολυετή καθηγητική του καριέρα;
Ο κ. Παναγιώτης Βαρούχας είναι, κατά δήλωση του σε μια χώρα που «είσαι ό,τι δηλώσεις», καθηγητής διαιτησίας. Δηλαδή, υποθετικά έχει διέλθει με επιτυχία την βάσανο μιας εκπαιδευτικής διαδικασίας, έχει εξεταστεί από ένα σώμα ειδικών, έχει περάσει με επιτυχία τις εξετάσεις και έχει ονομαστεί «καθηγητής διαιτησίας» με έργο να εκπαιδεύει με σχετική επάρκεια νέους ή και παλαιότερους διαιτητές.
Πόσους διαιτητές, νέους ή παλαιότερους, έχει εκπαιδεύσει μέχρι σήμερα ο κ, Βαρούχας στην πολυετή καθηγητική του καριέρα; Ούτε έναν!!! Αριθμητικά ούτε έναν!!
Ο λόγος; Ο κ. Βαρούχας δεν υπήρξε ποτέ, δεν είναι και τώρα «καθηγητής διαιτησίας». Φέρει, βεβαίως, ένα ανάλογο τίτλο, αλλά αυτός ο τίτλος είναι μπακιρένιος, δεν αναγνωρίζεται από κανένα και δεν του αποδόθηκε από το επίσημο, το οργανωμένο ποδόσφαιρο, που λειτουργεί με βάση τις διεθνείς προδιαγραφές και εφαρμόζει στη λειτουργία της διαιτησίας τον ισχύοντα ανά περιόδους Κανονισμό Διαιτησίας της FIFA.
Ποιος του παραχώρησε αυτόν τον τίτλο; Μια αλήστου μνήμης Ομοσπονδίας Διαιτητών Ποδοσφαίρου Ελλάδας (Ο.Δ.Π.Ε.), η τύχη της οποίας αναζητείται από το 2006 μέχρι και σήμερα, είναι μια σφραγίδα της κακιάς ώρας, δεν ασχολείται, δηλαδή δεν έχει κανένα δικαίωμα να ασχοληθεί, με τίποτε από όσα περιλαμβάνονται, ως καθήκοντα, στον Κανονισμό Διαιτησίας της FIFA, την πιστή μετάφραση του οποίου εφαρμόζει ( δεν μπορεί να κάνει αλλιώς) η Ε.Π.Ο. στα θέματα οργάνωσης και λειτουργίας της διαιτησίας στην Ελλάδα.
Ο κ. Βαρούχας έλαβε ένα τίτλο «άνευ αντικειμένου», όπως τόσοι και τόσοι πριν από αυτόν τις περιόδους προ του 2006, όταν η Ο.Δ.Π.Ε. υπήρχε (κατά παράβαση των διεθνών ποδοσφαιρικών κανόνων) στον χάρτη, και έτερον ουδέν. Από το καλοκαίρι του 2006, όταν και ίσχυσε πρώτη φορά στο ελληνικό ποδόσφαιρο ο Κανονισμός Διαιτησίας της FIFA, ο κ. Βαρούχας δεν είναι τίποτε περισσότερο από απλός φίλαθλος, με κάποιες «ειδικές» γνώσεις σε θέματα διαιτησίας. Υπάρχουν απλούστεροι αυτού φίλαθλοι που γνωρίζουν περισσότερα για τα θέματα διαιτησίας ή τους Κανόνες του Παιχνιδιού. Βαρούχας όμως δεν είναι, δεν έγινε κανένας. Αυτά.
Συνοψίζουμε: ο κ. Βαρούχας δεν είναι μέλος στην οργανωμένη διαιτησία. Δεν έχει κανένα επίσημο τίτλο (παρατηρητής διαιτησίας, εκπαιδευτής κ.λ.π.). Δεν είναι φορέας κανενός δικαιώματος. Δεν του έχει ανατεθεί από την ΚΕΔ/ΕΠΟ κανένα καθήκον. Είναι ακριβώς το αντίθετο. Ανήκει στη χορεία όσων επέλεξαν μόνοι τους να ασκήσουν το επάγγελμα του «τηλεδιαιτητοκριτικού» και, συνεπεία αυτού, έχουν αποκλειστεί δια βίου (αυτά λέει ο Κανονισμός Διαιτησίας) από την οργανωμένη διαιτησία και τα όργανα της.
Ότι όλες αυτές οι αρνήσεις δεν έχουν επηρεάσει στο παραμικρό τον κ. Βαρούχα από το να εκτίθεται στο γυαλί και να ασκεί κριτική στις αποφάσεις των επίσημων διαιτητών δεν είναι δικό του πρόβλημα, το αντίθετο. Είναι πρόβλημα του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ο ίδιος επέλεξε για τον εαυτό του ένα ρόλο πρωταγωνιστή σε ένα θεσμικό χάος που επικρατεί στο ελληνικό ποδόσφαιρο και, με την πλήρη ανοχή όλων των διοικήσεων της ΕΠΟ και της διαιτησίας, εμφανίζεται ως αυθεντία να επιχειρεί να διαμορφώσει κάθε φορά την κοινή γνώμη για ζητήματα για τα οποία δεν διαθέτει την παραμικρή αρμοδιότητα.
Σε απλά ελληνικά «γειασάν του μάγκα του Παναγιώτη» που βρήκε τρόπο και χώρο για να ροκανίζει το δημόσιο χρήμα και να αποθεώνει ή να καταδικάζει κάθε φορά όποιον ο ίδιος εκτιμά ότι μπορεί να το πράξει χωρίς συνέπειες.
Με βάση όλα τα παραπάνω είναι προς εξέταση, μάλλον από ψυχοπαθολόγους, η επιρροή που ασκούν στην ελληνική ποδοσφαιρική οικογένεια οι αναλύσεις των φάσεων εκ μέρους του κ. Βαρούχα, αλλά αυτή είναι δουλειά για κανονικούς ειδικούς με σπουδές, πτυχία και κανονική καθηγητική ιδιότητα.
Η κατάσταση, που έχει παγιωθεί στο ελληνικό ποδόσφαιρο, θα ήταν μια ακόμη από εκείνες τις γραφικές παραγωγές των απανταχού τηλεοπτικών επιχειρηματικών ομίλων, τις οποίες η ιδιωτική επιχειρηματικότητα επιλέγει να πλασάρει στο αδηφάγο κοινό του κανα-πέως, αν όντως οι αμπελοφιλοσοφίες του κ. Βαρούχα αμείβονταν από την τσέπη του ιδιώτη τηλεοπτικού επιχειρηματία που τον επέλεγε.
Για μερικούς περίεργους λόγους όμως οι ιδιώτες επιχειρηματίες αποφεύγουν να επιδιώκουν συνεργασία με τον κ. Βαρούχα και τις περισπούδαστες αναλύσεις του εκτιμώντας, προφανώς, κάποιους άγνωστους στο κοινό κινδύνους μιας τέτοιας επένδυσης (το έκανε ο κ, Ιβάν Σαββίδης με τον «αμισθί» Κάκο και γελάνε και τα ραδιοκύματα στον πλανήτη κάθε φορά που ανοίγει το στόμα του), σε αντίθεση με την δημόσια (κρατική, δηλαδή,) τηλεόραση.
Η τελευταία εκτιμάει, φαίνεται, υπερβολικά τις γνώσεις και την «καθηγητική ιδιότητα» του κ. Βαρούχα και επιμένει να ζητά τις υπηρεσίες του, τις οποίες ο πρώην διαιτητής (ούτε καν διεθνής) προθύμως προσφέρει. Δεν ενδιαφέρει καθόλου αν αυτό γίνεται κατόπιν αμοιβής ή όχι. Μάλιστα, θα έλεγε κανείς ότι μια αμοιβή είναι λογικό να υπάρχει.
Το πρόβλημα βρίσκεται αλλού. Αν η δημόσια τηλεόραση είναι θεμιτό, στο πλαίσιο της αποστολής της να εκπαιδεύει το τηλεοπτικό κοινό, να μετέρχεται «ειδικών» και «γνώσεων» που δεν είναι επίσημες, δεν ανήκουν, δηλαδή, οργανικά στο οργανωμένο ποδόσφαιρο και στις ιδιότητες που αυτό με τις δικές του διαδικασίες απονέμει και δεν δεσμεύονται από τις διατάξεις του Κανονισμού Διαιτησίας της FIFA.
Είναι αυτή μια σχέση συμβατή με τον ειδικό χαρακτήρα της δημόσιας τηλεόρασης, ανταποκρίνεται το τηλεοπτικό προϊόν στην ιδιαίτερη φυσιογνωμία των κρατικών καναλιών, επιβεβαιώνεται ως μια συνεργασία μεταξύ ενός επίσημου φορέα (ΕΡΤ) με ένα πρόσωπο που του έχει απονεμηθεί επισήμως, δηλαδή από την ΚΕΔ/ΕΠΟ, κάποια από τις ιδιότητες του Κανονισμού Διαιτησίας της FIFA;
Αυτά. Τα υπόλοιπα είναι κάτι σαν ατομικό δικαίωμα του καθενός να επιλέγει από πού θα ενημερώνεται, είτε επειδή όντως επιζητεί μια αυθεντική ενημέρωση, είτε επειδή ψάχνει επιχειρήματα «για να την πει» στον απέναντι.