Τα δύο ντέρμπι κορυφής σε τρεις νύχτες είπαν ελάχιστα για ποδόσφαιρο, γενικώς. Με έναν τρόπο όμως ομολόγησαν τα πάντα για το ελληνικό ποδόσφαιρο, ειδικώς.
Προέκυψαν μαζεμένα σε τρεις νύχτες. Και με έναν τρόπο ήρθαν να μας πουν πολλά και διάφορα. Όχι μόνο για την χαμηλή στάθμη ποιότητας της Σούπερ Λιγκ, αλλά και για τις συνθήκες διεξαγωγής της. Τον τρόπο που επιβεβαιώνει γενικώς το ποδόσφαιρο στα μέρη μας.
Την Κυριακή ήταν το ΑΡΗΣ-ΠΑΟΚ στο «Κλ.Βικελίδης» που έμελλε να βάλει… μπουρλότο στον επίλογο του ΄20 με την υπόθεση δωροδοκίας του Μάριου Σιαμπάνη.
Χθες το ΑΕΚ-Ολυμπιακός στο άγονο χωράφι του ΟΑΚΑ που άραγε ποιος ξέρει πως θα ήταν ο αγωνιστικός του χώρος αν δεν είχε κλείσει πρόσφατα για κάνα εικοσαήμερο προκειμένου να γίνουν βελτιωτικές (!) εργασίες.
Στη Θεσσαλονίκη είναι ζήτημα να παίχθηκαν δέκα-δεκαπέντε λεπτά ποδοσφαίρου. Όταν δεν κυνηγιόντουσαν μεταξύ τους κυνηγούσαν τον διαιτητή. Η φασαρία του «ματς» νομίζαμε ότι έγινε στην ανάπαυλα όταν ο Ολλανδός ρέφερι κέρδισε… εμπειρία ζωής από την επιλογή του να ακολουθήσει τον ίδιο διάδρομο για τα αποδυτήρια με εκείνον που επέλεξε ο ΠΑΟΚ.
Η δική του ιστορία όμως δεν λέει τίποτα μπροστά σε όσα ακολούθησαν και συνεχίζουν στην πόλη με κεντρικό πρόσωπο τον Σιαμπάνη: Ένα παιδί 21 ετών που είδε να γίνεται φειγ-βολάν ως και η διεύθυνση του σπιτιού του. Γιατί; Διότι τόλμησε να επιβεβαιώσει πως κάποιος του προσέφερε μια μαύρη σακούλα με χιλιάδες ευρώ προκειμένου να έχει μειωμένη απόδοση στο ντέρμπι. Ο επόμενος μάλλον δεν πρέπει να πει τσιμουδιά.
Στο Μαρούσι το πρώτο ημίχρονο ήταν αληθινή τιμωρία. Άγνωστο αν ήταν μεγαλύτερη για τους ποδοσφαιριστές που έμοιαζαν με ατζαμήδες που δεν μπορούν να αλλάξουν δεύτερη πάσα, ή για όλους εκείνους που βρέθηκαν μπροστά από τον τηλεοπτικό δέκτη με τη φιλοδοξία να δουν κάτι. Στο δεύτερο μισό, η προσθήκη του Φορτούνη και του Καμαρά στο σχήμα του Ολυμπιακού άλλαξε τα δεδομένα. Όχι για πολύ όμως. Για ένα 20άλεπτο. Και όχι σε βαθμό «κρίνω το ματς», όπως αποδείχθηκε. Αυτό έμελλε να διαμορφωθεί από ένα ακόμη προσωπικό λάθος.
Επάνω το αποτέλεσμα διαμορφώθηκε από ένα πέναλτι. Εδώ από μια γκάφα του τερματοφύλακα που υπενθυμίζει τη… ματαιότητα της θέσης: Μπορεί να συμβεί στον καθένα. Ακόμη και στον άριστο Ζοσέ Σα που σπανίως κάνει γκέλες σαν αυτή του 80΄ στο φαρμακερό κόρνερ του –εξαιρετικού- Λιβάι Γκαρσία.
Από τα 180-190 λεπτά στα δύο γήπεδα είναι ζήτημα να μπορούσε κανείς να… στύψει μισή ώρα μπάλα. Από τις πρώτες τέσσερις ομάδες του βαθμολογικού πίνακα. Οι δικαιολογίες είναι πολλές. Και θα μπορούσαν σίγουρα να είναι και περισσότερες. Πολλώ δε μάλλον στο φινάλε του πιο παράξενου ημερολογιακού έτους που συνέβη ποτέ στο ποδόσφαιρο.
Εδώ όμως δεν χρειάζονται δικαιολογίες. Χρειάζεται να πάρει επιτέλους κάποιος στα σοβαρά αυτό που έλεγε την Κυριακή μετά το 0-6 στη Λαμία ο Βαγγέλης Μαρινάκης: «Σε τέτοιο αγωνιστικό χώρο δεν στέκονται ούτε γαϊδούρια, όχι επαγγελματίες αθλητές υψηλού επιπέδου». Δήλωση που με ευκολία θα μπορούσε να επαναλάβει χθες. Και το ΟΑΚΑ δεν είναι… στη Φθιώτιδα. Είναι το γήπεδο της εθνικής Ελλάδας.
Χρειάζεται να καταλάβει κανείς πως δεν έγινε μόνη της η διαρροή της διεύθυνσης του Μάριου Σιαμπάνη, ούτε βεβαίως μόνη της η «κατάθεση» του νεαρού στην Ασφάλεια μεταδόθηκε live σε πρόγραμμα τηλεοπτικού σταθμού. Αν και δεν αποκλείεται σύντομα να προσπαθήσει κάποιος να μας πείσει και για τα δύο…
Χρειάζεται να αντιληφθεί πως πέρσι τέτοια εποχή ήμασταν μπροστά από ένα σκάνδαλο πολυιδιοκτησίας και φέτος από μια υπόθεση δωροδοκίας. Πως τα γήπεδα είναι τώρα άδεια από ανάγκη, αλλά κάποια στιγμή όταν επανέλθει η κανονικότητα θα μείνουν άδεια από άποψη.
Αυτά τα δύο ντέρμπι δεν μας είπαν σχεδόν τίποτα για ποδόσφαιρο. Με έναν τρόπο όμως μας τα είπαν όλα για το ποδόσφαιρο του 2020 στην Ελλάδα.
Αλλά ξέχασα: Η ΕΠΟ είπε πως τον Γενάρη έχει εκλογές. Άρα τα προβλήματα μας είναι ήδη λυμένα και δεν το ξέρουμε. Άραγε η χθεσινή διαρροή προσωπικών δεδομένων τίνος ήταν; Των πρώην ή των επόμενων; Σίγουρα πάντως δεν είναι δουλειά ούτε της μιας όψης του νομίσματος ούτε της άλλης να σχηματίσει κάποια στιγμή έστω έναν ελεγκτικό μηχανισμό: Για τη διασφάλιση των συνθηκών στους αγωνιστικούς χώρους. Έξω από αυτούς; Ούτε λόγος.