Όταν η ίδια η Πολιτεία βάζει στο σημάδι τα Μέσα, τι ακριβώς να περιμένεις από τους ισχυρούς παράγοντες του αθλητισμού αλλά και από το... πόπολο
Το προφίλ της σύγχρονης δημοσιογραφίας είχε πληγεί πολύ πριν εμφανιστεί στο προσκήνιο της παγκόσμιας πολιτικής σκηνής ο Ντόναλντ Τραμπ με τις απανωτές άκομψες επιθέσεις του προς τη μερίδα των Μέσων Ενημέρωσης που επιμένει να του ασκεί κριτική.
Για να μην πάμε μακριά, στην Ελλάδα ο χαρακτηρισμός «νταβατζήδες του Τύπου» έγινε viral επί Κώστα Καραμανλή, ενώ τη σκυτάλη πήρε ο Γιώργος Παπανδρέου, για να την παραδώσει στη συνέχεια στην επερχόμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Όταν λοιπόν, όλα ανεξαιρέτως τα κόμματα πρώτης γραμμής έχουν αναγάγει σε αιχμή του πολιτικού λόγου τους τα μέσα ενημέρωσης, πώς θα μπορούσε να τη γλιτώσει το αθλητικό κομμάτι;
Η ενημέρωση, όπως και ο ίδιος ο αθλητισμός θα παραμένει μια από τις καθημερινές ασχολίες του κόσμου, ανεξάρτητα από το ποιόν τους. Ακόμη και το απαξιωμένο πρωτάθλημα ποδοσφαίρου, εξακολουθεί να αποτελεί θέμα συζήτησης για την κοινωνία. Πολύ περισσότερο βέβαια, η πολιτική και οι εξελίξεις που καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό την καθημερινότητα του κάθε πολίτη.
Για αυτόν τον λόγο θα συνεχίσουν να πέφτουν χρήματα τόσο στα Μέσα Ενημέρωσης, όσο και στον αθλητισμό. Ακόμη κι αν τα γήπεδα είναι άδεια, ακόμη κι αν οι εφημερίδες πουλάνε συνολικά όσα φύλλα έφευγαν κάποτε μόνο τις πρώτες πρωινές ώρες από τα κεντρικά σημεία διάθεσης στην Αθήνα, ακόμη κι αν οι τηλεθεατές και οι συνδρομές πέφτουν κατακόρυφα παρά τις συνεχόμενες προσφορές από τα συνδρομητικά δίκτυα.
Ο χαρακτηρισμός «ΑΡΔ», το αρκτικόλεξο που προκύπτει από το Αλήτες Ρουφιάνοι Δημοσιογράφοι, χρησιμοποιείται πια απ’ όλους επί δικαίους και αδίκους… Τη μία στελέχη του Ολυμπιακού κατηγορούν μερίδα του Τύπου και στοχοποιούν δημοσιογράφους, την άλλη είναι σειρά του Παναθηναϊκού, έπειτα έρχεται ο προπονητής της ΑΕΚ να βάλει κι αυτός το λιθαράκι του, ενώ σταθερή αξία αποτελεί πια και ο αντιπρόεδρος του ΠΑΟΚ και τυπικά μεγαλομέτοχος της ΠΑΕ Γιώργος Σαββίδης.
Και από κάτω το πόπολο να επικροτεί. Και το οξύμωρο να είναι ότι μπορεί και να έχουν όλοι δίκιο. Και οι επικριτές, αλλά και φυσικά μερίδα των κρινόμενων, δηλαδή των δημοσιογράφων. Δεν είναι όλοι ίδιοι και κυρίως δεν είναι όλα τα μέσα ίδια. Δυστυχώς ή ευτυχώς έχουμε τους πολιτικούς που μας αξίζουν, τους παράγοντες που μας αξίζουν, τη χώρα που μας αξίζει, τους πολίτες που μας αξίζουν και φυσικά και τους δημοσιογράφους και τα Μέσα Ενημέρωσης που μας αξίζουν.
Μπορεί να μοιάζει μηδενιστική η άποψη, ωστόσο αυτή είναι η άβολη αλήθεια. Την ώρα που κάποιοι σήμερα αποθεώνουν τον ένα πρόεδρο-αντιπρόεδρο-σταρ-προπονητή της ομάδας τους που «τα χώνει στους ΑΡΔ», σύριο θα είναι κατά κανόνα οι ίδιοι που θα βρίζουν τον πρόεδρο-αντιπρόεδρο-σταρ-προπονητή της άλλης ομάδας που θα τολμήσει να τα βάλει με τους ΑΡΔ.
Και για να καταλήξω, αντίστοιχο είναι το μερίδιο ευθύνης που αναλογεί και στον κλάδο μας, ο οποίος παραμένει χωρισμένος σε παρατάξεις, ομάδες, εργοδότες, κόμματα και αρθρογραφεί αναλόγως. Παράλληλα ως κλάδος έχουμε φροντίσει να μας εκπροσωπούν ενώσεις και όργανα άβουλα και ανήμπορα να κρατήσουν και να επιβάλλουν μια συγκεκριμένη γραμμή και θέση, ενώ ακόμη και η δικαιοσυνη κινείται με τους ρυθμούς και τους όρους που της έχουν επιβάλλει.
Από τη στιγμή που η όποια πολιτεία είναι μέρος του «παιχνιδιού», από τη στιγμή που οι μεγαλοπαράγοντες «μοιράζουν την τράπουλα» και από τη στιγμή που το κοινό αυτής της «ζούγκλας» αποδέχεται αυτούς τους όρους, στους δημοσιογράφους θα παραμένει αδιακρίτως κολλημένη η στάμπα των ΑΡΔ.