Ο κοροναϊός γίνεται ο καταλύτης για τη μεγαλύτερη κατάρρευση της παγκόσμιας οικονομίας από την εποχή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου
Οι εκτιμήσεις είχαν αρχίσει να καταγράφονται όλο το προηγούμενο διάστημα. Από οικονομικά ινστιτούτα, κεντρικές τράπεζες, διεθνείς οργανισμούς. Όμως, τώρα ήρθε και η τυπική επικύρωση: το ΔΝΤ στην τρέχουσα εκτίμησή του για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας προβλέπει ότι υπό την προϋπόθεση ότι η πανδημία υποχωρεί στο δεύτερο μισό του 2020 το παγκόσμιο ΑΕΠ θα υποχωρήσει φέτος κατά -3%.
Η υποχώρηση του ΑΕΠ θα είναι μεγαλύτερη στις αναπτυγμένες οικονομίες που θα φτάσει το -6,1% και μικρότερη στις αναπτυσσόμενες που θα είναι -1%. Ο όγκος του παγκοσμίου εμπορίου αγαθών και υπηρεσιών εκτιμάται ότι θα υποχωρήσει κατά -11%. Για τις ΗΠΑ η πρόβλεψη είναι για υποχώρηση -5,9% και για την ΕΕ -7,1% με την Ευρωζώνη να υποχωρεί ακόμη περισσότερο στο -7,5%. Η Γερμανία εκτιμάται ότι θα υποχωρήσει -7%, η Γαλλία -7,2%, η Ιταλία -9,2% και η Ισπανία -8%.
Η ύφεσή αυτή είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτή που είχε υπάρξει το 2009 ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης. Το παγκόσμιο κατά κεφαλή προϊόν θα συρρικνωθεί κατά 4,2% φέτος, πολύ πάνω από τη συρρίκνωση 1.6% το 2009. Το 90% των χωρών θα έχει αρνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης ενώ το 2019 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 62% και αυτή τη φορά δεν θα έχουμε μια ισχυρή ανάπτυξη π.χ. της Κίνας ως αντίβαρο.
Οι ρυθμοί αυτοί αντιπροσωπεύουν μια καταβαράθρωση της παγκόσμιας οικονομίας κατά 12% ανάμεσα στο τελευταίο τρίμηνο του 2019 και το δεύτερο τρίμηνο του 2020 για τις αναπτυγμένες οικονομίες και 5% για τις αναπτυσσόμενες.
Ως υποχώρηση της οικονομικής δραστηριότητας και της ανάπτυξης σε παγκόσμια κλίμακα η πρόβλεψη αυτή δεν βρίσκει προηγούμενο σε όλη τη μεταπολεμική περίοδο. Μόνο προς το τέλος του Β Παγκοσμίου Πολέμου συναντάμε τόσο αρνητικές δυναμικές.
Όπως έγραψε χαρακτηριστικά ο Martin Wolf στους Financial Times «είναι σαφές: πρόκειται για τη μεγαλύτερη κρίση που έχει αντιμετωπίσει ο κόσμος από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και είναι η μεγαλύτερη οικονομική καταστροφή από την Κρίση της δεκαετίας του 1930».
Τα ακόμη χειρότερα σενάρια
Σημειώνουμε ότι αυτή η εκτίμηση του ΔΝΤ στηρίζεται σε ένα βασικό σενάριο που λίγο πολύ εκτιμά ένα βασικό κύμα της πανδημίας, σταδιακή άρση των περιορισμών και ηπιότερα ξεσπάσματα αργότερα. Γι’ αυτό και προβλέπει μια σχετικά γρήγορη επιστροφή σε ρυθμούς ανάπτυξης το 2021. Είναι προφανές ότι εάν παραταθούν τα έκτακτα μέτρα πέραν των τωρινών εκτιμήσεων ή εάν έρθει νέο κύμα της πανδημίας, τότε τα πράγματα γίνονται ακόμη χειρότερα.
Ειδικότερα, το ΔΝΤ προτείνει τρία εναλλακτικά σενάρια, πέραν του βασικού. Στο πρώτο σενάριο τα έκτακτα μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας παρατείνονται κατά 50% μεγαλύτερο διάστημα πέραν των αρχικών εκτιμήσεων. Στο δεύτερο εναλλακτικό σενάριο εξετάζεται το ενδεχόμενο ενός νέου ηπιότερου κύματος το 2021 (η υπόθεση είναι η έντασή του να είναι στα 2/3 του αρχικού. Και στο τρίτο εναλλακτικό σενάριο εξετάζεται το ενδεχόμενο και να παραταθούν παραπάνω τα έκτακτα μέτρα το 2020 και να υπάρξει ένα δεύτερο κύμα το 2021.
Στο πρώτο σενάριο η υποχώρηση του παγκόσμιου ΑΕΠ για το 2020 θα είναι επιπλέον 3%, στο δεύτερο επιπλέον σχεδόν 5% και στο τρίτο πάνω από 7% επιπλέον. Αυτό σημαίνει ότι οι αναπτυγμένες οικονομίες στο δεύτερο και το τρίτο σενάριο πηγαίνουν για διψήφιο ποσοστό ύφεσης, δηλαδή μια πρωτοφανή οικονομική συρρίκνωση.
Όλα αυτά θα σημάνουν ακόμη μεγαλύτερη απαίτηση για διεύρυνση της κρατικής δαπάνης αλλά και ακόμη μεγαλύτερη διόγκωση του χρέους στην παγκόσμια οικονομία, εφόσον τα κράτη θα προσπαθήσουν να αντλήσουν όσο το δυνατόν περισσότερους πόρους από τις διεθνείς χρηματαγορές.
Η Ελλάδα αντιμέτωπη με πρωτοφανή οικονομική ύφεση
Οι προβλέψεις του ΔΝΤ για την ελληνική οικονομία, ακόμη και στο βασικό σενάριο είναι ιδιαίτερα δυσοίωνες. Το ΔΝΤ προβλέπει ότι η ελληνική οικονομία θα συρρικνωθεί κατά -10% με την ανεργία να εκτινάσσεται στο 22,3%. Βέβαια προβλέπει όπως και για τις άλλες οικονομίες ταχεία ανάκαμψη το 2021, αλλά όπως αναφέραμε αυτό θα εξαρτηθεί και από το εάν θα ισχύει το βασικό σενάριο ως προς την εξέλιξη της πανδημίας ή σε κάποιο από τα χειρότερα.
Δεν είναι τυχαίο ότι το ΔΝΤ προβλέπει για την Ελλάδα μεγαλύτερη ύφεση σε σχέση με τις άλλες χώρες. Αυτό αντανακλά την ιδιαίτερη επίπτωση που έχουν τα περιοριστικά μέτρα στην ελληνική οικονομία που εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον τουρισμό αλλά και άλλους κλάδους υπηρεσιών που σήμερα βρίσκονται σε αναστολή εξαιτίας των μέτρων.
Πρόσφατα ήταν ο ΟΟΣΑ που είχε κάνει ανάλογες εκτιμήσεις των οικονομολόγων του που έδειχναν ότι η Ελλάδα είναι η πιο ευάλωτη από τα χώρες-μέλη του στις αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις των μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας.
Ούτε είναι τυχαίο πρόσφατο δημοσίευμα του Economist που παρέθετε εκτιμήσεις οικονομολόγων ότι η ύφεση στην Ελλάδα θα μπορούσε να κινηθεί ανάμεσα στο -7% και το -18%. Αυτό οφείλεται όχι μόνο στην ειδική βαρύτητα του τουρισμού αλλά και στο γεγονός ότι ως κλάδος δεν είναι εύκολο να προχωρήσει σε επανεκκίνηση και είναι πιθανό να μιλάμε για απώλεια ουσιαστικά της σεζόν.
Ακόμη πιο ανησυχητικές είναι οι προβλέψεις για την ανεργία. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Ελλάδα ήταν πριν την πανδημία μια χώρα στην οποία η ανεργία είχε υποχωρήσει, αλλά παρέμενε σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα για ευρωπαϊκή χώρα. Μια νέα αύξηση της ανεργίας στην Ελλάδα θα έχει ιδιαίτερα μεγάλο κοινωνικό κόστος και θα απειλήσει την κοινωνική συνοχή.
Η πρόκληση της απάντησης
Η οικονομική ύφεση για το 2020 είναι δεδομένη. Αυτό που μένει να φανεί είναι το μέγεθός της, που σε μεγάλο βαθμό θα εξαρτηθεί από τη δυναμική της πανδημίας. Για την ελληνική οικονομία το κόστος αναμένεται μεγάλο, σε κάθε σενάριο.
Η ελληνική οικονομία μπαίνει σε αυτή την ύφεση τραυματισμένη, με όλο το βάρος μιας προηγούμενης πολύ μεγάλης σωρευτικής ύφεσης, που σε μικρό βαθμό καλύφθηκε στην περίοδο της ανάκαμψης μετά το 2017.
Ούτε έχει προλάβει να επουλώσει τις κοινωνικές πληγές που άφησε η περίοδο των μνημονίων, με την ανεργία να παραμένει υψηλή και ένα μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού σε επισφαλείς και χαμηλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας.
Την ίδια στιγμή ο κλάδος που θα χτυπηθεί περισσότερο από την ύφεση θα είναι ο τουρισμός, που τα περασμένα χρόνια αποτέλεσε «ατμομηχανή» της όποιας ανάκαμψης.
Αυτό σημαίνει ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι και το βάρος πέφτει τόσο στην αναγκαία πολύ μεγάλη δημόσια δαπάνη που θα κληθεί να αποτρέψει τη μετατροπή της ύφεσης σε γενικευμένη κοινωνική καταστροφή όσο και στο θα αποτελέσει τον καταλύτη για ένα νέο αναπτυξιακό υπόδειγμα που δεν θα αντιμετωπίζει την εργασία απλώς ως κόστος και θα προσανατολίζεται σε ενδογενείς δυναμικές, μικρότερη εξάρτηση από τον τουρισμό και έμφαση σε κλάδους υψηλής προστιθέμενης αξίας, αξιοποιώντας και την ύπαρξη ενός ιδιαίτερα καταρτισμένου εργατικού δυναμικού.