Η κυβέρνηση δείχνει να θέλει να είναι έτοιμη να μπορεί να κάνει πρόωρες εκλογές όποτε το κρίνει σκόπιμο - Ποια μέτωπα προσπαθεί να κλείσει το επόμενο διάστημα για να έχει ελεύθερο το χώρο να λάβει τις αποφάσεις της
Σχέδια για πρόωρες εκλογές;
Οι υποτιμήσεις και οι πρόωρες εκλογές δεν προαναγγέλλονται, έλεγε ένα παλιό ρητό. Στο βαθμό που το δικαίωμα υποτίμησης έχει απεμποληθεί εντός της Ευρωζώνης, μένει μόνο η δυνατότητα εκλογικών αιφνιδιασμών.
Και όλα δείχνουν ότι η κυβέρνηση θέλει να είναι σε θέση να κάνει εκλογές οποτεδήποτε το αποφασίσει, ακόμη και αυτό σημαίνει να υπαναχωρήσει από την κατ’ επανάληψη δέσμευση του πρωθυπουργού ότι θα εξαντλήσει την τετραετία.
Χθες στην Πολιτική Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ παίχτηκε ένα ακόμη τέτοιο επεισόδιο του σήριαλ «εκλογές». Ο Αλέξης Τσίπρας επιβεβαίωσε ότι αυτοδιοικητικές εκλογές κι ευρωεκλογές θα γίνουν στις 26 Μαίου και κάλεσε τον… προοδευτικό κόσμο για συσπείρωση με φόντο τις κάλπες του φθινοπώρου. Ομως, όπως προείπαμε, οι εκλογές δεν προαναγγέλλονται.
Ο Απρίλιος… των επιδομάτων
Παρότι ο Τ.Σ. Έλιοτ ξεκίνησε το πιο γνωστό ίσως ποίημα του 20ου αιώνα με το στίχο «ο Απρίλης είναι ο μήνας ο σκληρός», η κυβέρνηση θέλει ο φετινός Απρίλης να είναι ο μήνας των επιδομάτων.
Το άνοιγμα της ηλεκτρονικής πλατφόρμας για τις αιτήσεις για το επίδομα ενοικίου με την παράλληλη ανακοίνωση ότι οι δικαιούχοι θα το λάβουν αναδρομικά και τους τρεις πρώτους μήνες του χρόνου, σημαίνει ότι τον Απρίλιο αρκετοί πολίτες θα πάρουν μικρή αλλά αναγκαία οικονομική ανάσα, λίγο καιρό μετά το κοινωνικό μέρισμα και – εάν μιλάμε για εργαζομένους του ιδιωτικού τομέα – κοντά στην καταβολή του δώρου Πάσχα.
Σε μια εποχή όπου μιλάμε για «κοινωνίες μειωμένων προσδοκιών» είναι σαφές ότι μια τέτοια οικονομική ενίσχυση θα μπορούσε να είναι και κίνητρο για συγκεκριμένη κομματική επιλογή στις εκλογές. Άλλωστε, ούτε ή άλλως τα κοινωνικά κομμάτια με χαμηλό εισόδημα θεωρούνται από την κυβέρνηση ένα κατεξοχήν κρίσιμο τμήμα του εκλογικού σώματος.
Αντίθετα ο φορολογικός κύκλος που ξεκινά το καλοκαίρι με τις υποχρεώσεις και για τον φόρο εισοδήματος και για τον ΕΝΦΙΑ αντικειμενικά θα διαμορφώσει μια αντίθετη πίεση στα νοικοκυριά που θα μπορούσε να αποτελέσει και αφετηρία εκλογικής δυσαρέσκειας.
Αυτό το σκηνικό θα μπορούσε να προδιαθέτει για κάλπες τον Μάιο.
Μια Βουλή με ημερομηνία λήξης
Την ίδια ώρα έχει ενδιαφέρον ο πραγματικός προγραμματισμός του κυβερνητικού κοινοβουλευτικού έργου. Μιλάμε ουσιαστικά για έναν προγραμματισμό σχετικά βραχύχρονο και με πεπερασμένο αριθμό νομοθετημάτων.
Ουσιαστικά, η κυβέρνηση θέλει να ψηφίσει:
– Τον νόμο που θα διαδεχτεί τον νόμο Κατσέλη για την προστασία της πρώτης κατοικίας και όλα δείχνουν ότι μάλλον έχει επέλθει μια συμφωνία με τις τράπεζες, οι οποίες ούτως ή άλλως έχουν πάρει την κρίσιμη μετάβαση από μια δικαστική διαδικασία σε μια πιο «αυτοματοποιημένη» απευθείας διαδικασία. Σήμερα στη συνάντηση στο Μαξίμου θα «κλειδώσουν» τα πάντα.
– Τη ρύθμιση των 120 δόσεων για τις οφειλές στην οποία ενδεχομένως να ενταχθούν όλο και περισσότεροι οφειλέτες.
– Και μια σειρά από επιμέρους νομοσχέδια υπουργείων που είναι ήδη σε φάση επεξεργασίας.
Τέλος, η κυβέρνηση προφανώς και θέλει να γίνει και η δεύτερη ψηφοφορία για την αναθεώρηση του Συντάγματος που αναμένεται γύρω στις 14 Μαρτίου, ώστε να αποσαφηνιστεί ποιες θα είναι οι αναθεωρητέες διατάξεις για την επόμενη Αναθεωρητική Βουλή.
Αυτό είναι, όπως και να το δει κανείς, ένας πεπερασμένος κοινοβουλευτικός φόρτος εργασίας που θα μπορούσε ως τα τέλη του Μαρτίου να έχει ολοκληρωθεί.
Οι διαπραγματεύσεις με τους «θεσμούς»
Παρότι τυπικά έξω από τα μνημόνια, η χώρα παραμένει εντός μιας ενισχυμένης επιτήρησης από τους «θεσμούς», η οποία έχει και υλικό αντίκρισμα, καθώς από την θετική ή όχι αξιολόγησή τους θα κριθεί το εάν η χώρα θα πάρει την πρώτη δάση από τους τόκους των ελληνικών ομολόγων που είχαν οι ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες, ένα ποσό που η κυβέρνηση δεν θέλει να χάσει ιδίως μέσα σε μια προεκλογική περίοδο.
Η αλήθεια είναι ότι το τελευταίο διάστημα από τη μεριά των Βρυξελλών είχαν σταλεί διάφορα μηνύματα είτε για την καθυστέρηση των «μεταρρυθμίσεων» (με κομβική αιχμή το ζήτημα των κόκκινων δανείων») είτε για τον κίνδυνο δημοσιονομικού εκτροχιασμού με βάση τα αναδρομικά.
Μόνο που αυτά κάποιες φορές αποτελούν περισσότερο πίεση παρά πραγματική απειλή. Σε αυτή τη φάση και παραμονές ευρωεκλογών όπου το μεγάλο ερώτημα είναι εάν θα καταγραφεί αποδοκιμασία των δύο μεγάλων συστημικών «πολιτικών οικογενειών» της Ευρώπης, των χριστιανοδημοκρατών και των σοσιαλδημοκρατών, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δεν επιθυμούν άλλο «ελληνικό δράμα».
Άλλωστε, και η κυβέρνηση κάνει κινήσεις κατευνασμού των ανησυχιών τους. Η πρόσφατη συνάντηση για παράδειγμα του υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου με τον διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα και η απόφαση να προωθηθούν από κοινού και τα δύο σχέδια για το συνολικό ζήτημα των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, δηλαδή και αυτό της ΤτΕ και αυτό του ΤΧΣ, είναι μια κίνηση για την εξασφάλιση «θετικής αξιολόγησης» σε σχέση με το ζήτημα των «κόκκινων δανείων», σε συνδυασμό με το νέο σχήμα για την «προστασία της πρώτης κατοικίας».
Με αυτή την έννοια είναι πιθανό η κυβέρνηση να μπορέσει να εξασφαλίσει μια θετική κατεύθυνση, έστω και συνδυασμένη με προειδοποιήσεις, από τη μεριά του Eugroup στον ορίζοντα της αποδέσμευσης της δόσης.
Η υπόθεση με τις κατατμήσεις δήμων
Μία από τις εκκρεμότητες που είχε αφήσει ο «Καλλικράτης» και δεν είχε αντιμετωπίσει ο «Κλεισθένης» ήταν ή ύπαρξη, ιδίως στην επαρχία ορισμένων δήμων που στην κάλυπταν μια πολύ μεγάλη έκταση, δημιουργούσαν προβλήματα και στη διαχείρισή τους και στην καθημερινότητα των πολιτών.
Μέχρι τώρα κυβέρνηση δεν είχε αγγίξει αυτό το ζήτημα. Όμως, τώρα θέλει να προχωρήσει σε κατατμήσεις 4 δήμων: Λέσβου, Κέρκυρας, Κεφαλονιάς και Σερβίων-Βελβεντού.
Παρότι υπάρχουν διάφορες αντιρρήσεις, ακόμη και από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, η κυβέρνηση είναι προφανές ότι θεωρεί ότι και με αυτό τον τρόπο ενισχύει το προφίλ της ως δύναμης που «ακούει» τις ανάγκες των τοπικών κοινωνιών και γι’ αυτό εξηγεί γιατί το προωθεί. Η προεκλογική σκοπιμότητα προφανής.
Το ξεκαθάρισμα των συμμαχιών έστω και σε συμβολικό επίπεδο
Ενδεικτική μιας προετοιμασίας για εκλογές ανά πάσα στιγμή, η προετοιμασία και των βημάτων για την εμφάνιση «συμμαχιών» στις εκλογές.
Τόσο ο πρόσφατος ανασχηματισμός, με τις υπουργοποιήσεις Τόλκα και Μωραΐτη, όπως και η εμφάνιση της πρωτοβουλίας «Γέφυρα», σε συνέχεια των «διευρύνσεων» της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ με αφορμή τη Συμφωνία των Πρεσπών, αποτελούν με αυτό τον τρόπο την εξασφάλιση, έστω και «επικοινωνιακά» ότι ο ΣΥΡΙΖΑ διαμορφώνει «προοδευτικό μέτωπο», έστω και εάν παραμένει ασαφές ακόμη εάν αυτό πραγματικά θα σημαίνει και μια ανάλογη πολιτική και προπάντων εκλογική δυναμική.
Αλλωστε, το νέο προσκλητήριο σε Φώφη Γεννηματά και Σταύρο Θεοδωράκη μπορεί να χαρακτηριστεί και τακτικισμός. Από τη μια τους «εκθέτει» στον προοδευτικό κόσμο γιατί δεν θέλουν συμμαχίες κατά της… επαράτου δεξιάς κι από την άλλη τους πιέζει να πάρουν θέση και να αφήσουν τη λογική των ίσων αποστάσεων.
Τα χρονικά περιθώρια και τα σενάρια
Η ολοκλήρωση της συνταγματικής αναθεώρησης στα μέσα Μαρτίου, η τελευταία σημαντική κοινοβουλευτική εκκρεμότητα της παρούσας Βουλής, αφήνει ανοιχτό το περιθώριο για διάφορους ελιγμούς ως προς την ημερομηνία των πρόωρων εκλογών και με δεδομένη την κατανομή εορτών και αργιών.
Εάν θελήσει να τις κάνει όσο πιο νωρίς μπορεί και με ένα κριτήριο εκλογικού αιφνιδιασμού των κομμάτων τότε το απώτατο όριό της είναι η Κυριακή των Βαΐων 21 Απριλίου.
Εάν θελήσει να πάει στη λογική των πολλαπλών εκλογών τον Μάιο, για την οποία δείχνει να προετοιμάζεται από τώρα το υπουργείο Εσωτερικών, π.χ. με το αυξάνει τον αριθμό των εκλογικών τμημάτων ώστε να μην υπάρξουν μεγάλες καθυστερήσεις στην καταμέτρηση, τότε θα μπορούσε να τις κάνεις στις 26 του μηνός μαζί με τις ευρωεκλογές και τις δημοτικές ώστε εκμεταλλευτεί την τάση διασποράς της ψήφου διαμαρτυρίας στην κάλπη για το Ευρωκοινοβούλιο. Αλλά και την μεγάλη συμμετοχή στις αυτοδιοικητικές όπου ο κόσμος πηγαίνει έτσι κι αλλιώς να ψηφίσει για τους τοπικούς άρχοντες που γνωρίζει.
Τώρα αν στο μυαλό του Τσίπρα είναι εκλογές μετά από… εκλογές, δηλαδή τον Ιούνιο, αυτό δεν θα εξυπηρετούσε και πολλά πράγματα γιατί θα ήταν πολύ νωπή μια πιθανή εκλογική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ.
Και μένει τελικώς το σενάριο της εξάντλησης της τετραετίας το οποίο έχει και θετικά και αρνητικά για το κόμμα που κυβερνά. Στα θετικά ότι θα έχει περάσει καιρός από τις άλλες εκλογές αλλά κι ότι θα υπάρξει χρόνος για να μπορέσει ο ΣΥΡΙΖΑ να αλλάξει το κλίμα και να πάει σε μια διαχειρίσιμη ήττα.
Στα αρνητικά το γεγονός ότι οι πολίτες πάνε συνήθως με τον νικητή κι αν αυτός είναι η ΝΔ τον Μάιο, μ’ αυτόν θα πορευτούν. Επίσης, στο Μαξίμου φοβούνται τη φθορά που μπορεί να υποστούν έως το φθινόπωρο αλλά και το ότι τα θετικά μέτρα θα έχουν ξεχαστεί.